- ἐνδελεχῶς
- ἐνδελεχήςcontinuousadverbial (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μετάληψη — η (ΑM μετάληψις) [μεταλαμβάνω] 1. μετοχή, συμμετοχή («ἀρκεῑ δὴ ἐπὶ λόγων μεταλήψει μεῑναι ἐνδελεχῶς καὶ ξυντόνως», Πλάτ.) 2. εκκλ. α) η συμμετοχή τών κληρικών και τών πιοτών στο μυστήριο τής Θείας Ευχαριστίας μετά τον αγιασμό τών Τιμίων Δώρων, η… … Dictionary of Greek
μοτοσικλέτα — Οδικό όχημα με κινητήρα και δύο (ή σπανιότερα τρεις) τροχούς, για μεταφορά προσώπων ή και εμπορευμάτων. Όπως το αυτοκίνητο προήλθε από τις άμαξες, στις οποίες τοποθετήθηκαν κινητήρες ατμού ή εσωτερικής καύσης, έτσι και οι πρώτες μ. γεννήθηκαν από … Dictionary of Greek
ολοκαρπώ — ὁλοκαρπῶ, όω (Α) [ολόκαρπος] 1. προσφέρω πλήρη θυσία 2. παθ. όλοκαρποῡμαι, όομαι (για θυσία που γίνεται στους θεούς ή στον θεό) προσφέρομαι ολόκληρος («θυσίαι αὐτοῡ ὁλοκαρπωθήσονται καθημέραν ἐνδελεχῶς», ΠΔ) … Dictionary of Greek
Κτησίας — (μέσα 5ου – αρχές 4ου αι. π.Χ.). Γιατρός και ιστορικός συγγραφέας από την Κνίδο. Υπήρξε σύγχρονος του Ιπποκράτη και, σύμφωνα με τον Γαληνό, συγγενής του. Καταγόταν από το γένος των Ασκληπιαδών και ήταν γιος του Κτησίαρχου ή Κτησίοχου. Διετέλεσε… … Dictionary of Greek
ԱՆՊԱԿԱՍԱԲԱՐ — ( ) NBH 1 0225 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 6c, 8c, 10c ԱՆՊԱԿԱՍ եւ ԱՆՊԱԿԱՍԱԲԱՐ. ἁδιαλείπτως, ἑνδελεχῶς indesinenter, assidue, continenter, ἑξ εκτένειᾳ in extensione Առանց պակասելոյ, դադարելոյ. անթերի. ամբողջ. եւ Անդադար … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)